Υπάρχει πρόληψη για τις ρευματικές παθήσεις;
Πρόληψη στην Ιατρική σημαίνει λήψη και εφαρμογή μέτρων για την παρεμπόδιση της εμφάνισης ενός νοσήματος, αλλά και για την παρεμπόδιση της εξέλιξης ή των συνεπειών ενός νοσήματος. Γενικά, η πρόληψη διακρίνεται σε:
Πρωτογενή
Δευτερογενή
Τριτογενή
Τι είναι η πρωτογενής πρόληψη και πώς μπορεί να εφαρμοστεί σε ρευματικές παθήσεις;
Στην πρωτογενή πρόληψη εφαρμόζονται μέτρα που έχουν ως στόχο την εξουδετέρωση των αιτιολογικών παραγόντων ορισμένων παθήσεων, ώστε να μην επιτραπεί η κλινική εκδήλωση και η εμφάνιση των κλινικών συμπτωμάτων, των κλινικών σημείων και των εργαστηριακών ευρημάτων των παθήσεων αυτών.
Μέτρα πρωτογενούς πρόληψης μπορεί να εφαρμοστούν για μερικές ρευματικές παθήσεις, όπως:
Ο ρευματικός πυρετός
Η οστεοπόρωση
Η οστεοαρθρίτιδα του γόνατος και του ισχίου
Ορισμένες παθήσεις που σχετίζονται με επαγγελματικές ή ερασιτεχνικές δραστηριότητες, όπως π.χ. μερικές μορφές οσφυαλγίας ή παθήσεων της ομάδας του εξωαρθρικού ρευματισμού, δηλ. τενοντοελυτρίτιδες, ορογονοθυλακίτιδες και ενθεσοπάθειες.
Σε ό,τι αφορά το ρευματικό πυρετό, η αποτελεσματική καταπολέμηση των στρεπτοκοκκικών λοιμώξεων με τα κατάλληλα αντιβιοτικά και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου έχουν συντελέσει στο να τείνει η πάθηση αυτή να εξαφανιστεί από τις ανεπτυγμένες χώρες και φυσικά από την Ελλάδα, ενώ εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα δημόσιας υγείας στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Για την ανάπτυξη της οστεοπόρωσης, όπως είναι γνωστό από τα ευρήματα πολλών μελετών, είναι καθοριστικός ο ρόλος πολλών παραγόντων κινδύνου. Από τους παράγοντες αυτούς ορισμένοι είναι δυνατόν να τροποποιηθούν και να εξουδετερωθούν, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία τόσο για την πρωτογενή όσο και για τη δευτερογενή πρόληψη της οστεοπόρωσης. Οι τροποποιήσιμοι παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση είναι:
Διατροφή φτωχή σε ασβέστιο
Έλλειψη σωματικής άσκησης
Πρώιμη εμμηνόπαυση (πριν από την ηλικία των 45 ετών)
Αμηνόρροια διάρκειας μεγαλύτερης από ένα χρόνο
Χαμηλό σωματικό βάρος
Κάπνισμα
Μεγάλη κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών
Λήψη ορισμένων φαρμάκων, όπως είναι τα γλυκοκορτικοειδή (κορτιζόνη) σε δόση ίση ή μεγαλύτερη από 7,5 mg πρεδνιζολόνης ημερησίως και για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από 3 μήνες και η θυροξίνη σε δόση μεγαλύτερη από ό,τι χρειάζεται για την αντιμετώπιση του υποθυρεοειδισμού.
Λαμβάνοντας υπόψη τόσο τους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση όσο και τους μηχανισμούς με τους οποίους αναπτύσσεται η οστεοπόρωση, η στρατηγική για την πρωτογενή πρόληψη της οστεοπόρωσης θα πρέπει να εφαρμόζεται σε εθνικό επίπεδο, να αρχίζει από την παιδική και εφηβική ηλικία και να περιλαμβάνει:
Καθημερινή λήψη με την τροφή της απαραίτητης ανάλογα με το φύλο και την ηλικία ποσότητας ασβεστίου και βιταμίνης D.
Πρόγραμμα σωματικής άσκησης
Ρύθμιση της ανεπάρκειας των οιστρογόνων σε περιπτώσεις πρώιμης εμμηνόπαυσης ή παρατεινόμενης αμηνόρροιας
Διατήρηση κανονικού σωματικού βάρους
Όχι κάπνισμα
Όχι μεγάλη κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών
Σε παθήσεις που επιβάλλεται η λήψη κορτιζόνης, θα πρέπει με βάση τις οδηγίες του θεράποντος γιατρού να χορηγείται, αν είναι επιτρεπτό, στη μικρότερη δυνατή δόση και πάντως όχι πάνω από τα 7,5 mg πρεδνιζολόνης ημερησίως. Αν χρειάζεται μεγαλύτερη δόση, τότε θα πρέπει να λαμβάνεται παράλληλα ασβέστιο και βιταμίνη D με βάση τις οδηγίες του θεράποντος γιατρού, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις ο θεράπων γιατρός μπορεί να κρίνει ότι είναι απαραίτητη και η χορήγηση ενός διφωσφονικού φαρμάκου.
Οι ημερήσιες ανάγκες σε ασβέστιο έχουν υπολογιστεί ότι είναι 1 γραμμάριο για παιδιά μέχρι 10 ετών και για άνδρες μέχρι 65 ετών, ενώ είναι 1,5 γραμμάρια για εφήβους, γυναίκες όλων των ηλικιών και άνδρες άνω των 65 ετών. Οι ημερήσιες ανάγκες σε βιταμίνη D είναι 400-800 διεθνείς μονάδες. Το ασβέστιο λαμβάνεται κυρίως με τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Επομένως, είναι χρήσιμο να αναφερθεί η περιεκτικότητα σε ασβέστιο ανά κιλό γαλακτοκομικού προϊόντος: Γάλα αγελάδας 1,2 γραμ. ανά κιλό, γάλα πρόβειο 2,1 γραμ., γιαούρτι 1,7 γραμ., τυρί φέτα 5 γραμ. και τυρί κίτρινο 10-12 γραμμάρια ανά κιλό. Εκτός από τα γαλακτοκομικά προϊόντα καλές πηγές ασβεστίου είναι τα ψάρια και τα μεταλλικά νερά, ενώ η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, τα εμπλουτισμένα σε βιταμίνη D γαλακτοκομικά προϊόντα και τα παχιά ψάρια αποτελούν καλές πηγές βιταμίνης D. Το πρόγραμμα σωματικής άσκησης θα πρέπει να εφαρμόζεται συστηματικά για 3-4 ώρες κάθε εβδομάδα και να περιλαμβάνει ασκήσεις που εκτελούνται υπό την επίδραση της βαρύτητας. Τέτοιες ασκήσεις είναι π.χ. το περπάτημα, το ελεγχόμενο τρέξιμο, το τένις, το ανεβοκατέβασμα σκάλας και ο χορός.
Σε ό,τι αφορά την οστεοαρθρίτιδα, επιδημιολογικές μελέτες σε διάφορες χώρες καθώς και η πανελλήνια επιδημιολογική έρευνα για τη συμπτωματική οστεοαρθρίτιδα των περιφερικών αρθρώσεων , που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα από το Ελληνικό Ίδρυμα Ρευματολογικών Ερευνών στο γενικό πληθυσμό ενηλίκων της χώρας μας, έχουν αποκαλύψει την ύπαρξη παραγόντων κινδύνου για την ανάπτυξη της οστεοαρθρίτιδας του γόνατος και του ισχίου. Τέτοιοι παράγοντες κινδύνου είναι το γυναικείο φύλο, η μεγάλη ηλικία, γενετικοί παράγοντες, η παχυσαρκία, η κάκωση ή η επαναλαμβανόμενη επαγγελματική μηχανική επιβάρυνση και καταπόνηση των αρθρώσεων και το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης. Από όλους αυτούς τους παράγοντες, εκείνοι που μπορεί να τροποποιηθούν και να εξουδετερωθούν και επομένως να συμβάλλουν μέχρι ένα βαθμό στην πρόληψη της οστεοαρθρίτιδας του γόνατος και του ισχίου είναι η παχυσαρκία, το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και η κάκωση ή η επαναλαμβανόμενη επαγγελματική μηχανική επιβάρυνση και καταπόνηση των αρθρώσεων.
Τι είναι η δευτερογενής πρόληψη και πώς μπορεί να εφαρμοστεί σε ρευματικές παθήσεις;
Η δευτερογενής πρόληψη περιλαμβάνει μέτρα, που εφαρμόζονται όταν έχουν ξεκινήσει οι νοσογόνοι παθογενετικοί μηχανισμοί, και στοχεύει πρώτον, στην προσυμπτωματική διάγνωση, δηλ. στη διάγνωση της νόσου πριν παρουσιάσει συμπτώματα, ή στη διάγνωση της πάθησης σε πρώιμο στάδιο, δεύτερον, στην καταστολή των παθογενετικών μηχανισμών και τρίτον, στη μη εμφάνιση των κλινικών εκδηλώσεων της πάθησης ή στον πλήρη έλεγχο και στην ύφεσή τους χωρίς να προκαλούνται λειτουργικές ή άλλες υπολειμματικές βλάβες.
Μέτρα δευτερογενούς πρόληψης μπορεί να εφαρμοστούν σε ορισμένες ρευματικές παθήσεις, όπως:
Η οστεοπόρωση
Η ουρική αρθρίτιδα
Η λοιμώδης αρθρίτιδα
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα
Η αγκυλωτική σπονδυλαρθρίτιδα
Η ψωριασική αρθρίτιδα
Η αντιδραστική αρθρίτιδα
Η νεανική ιδιοπαθής αρθρίτιδα
Η οστεοαρθρίτιδα του γόνατος και του ισχίου
Από όλες τις παραπάνω παθήσεις μόνο η οστεοπόρωση μπορεί να διαγνωστεί σε προσυμπτωματικό στάδιο, δηλ. πριν συμβεί το κάταγμα, που είναι το πρώτο σύμπτωμά της. Για να είναι όμως αυτό εφικτό, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ορθή εφαρμογή των ενδείξεων για μέτρηση της οστικής πυκνότητας. Η διάγνωση όλων των άλλων παθήσεων μπορεί να γίνει σε πολύ πρώιμο στάδιο, δηλ. κατά την εμφάνιση των πρώτων συμπτωμάτων τους, με την προϋπόθεση της άμεσης προσέλευσης του ασθενούς στο γιατρό του.
Τα μέτρα για τη δευτερογενή πρόληψη όλων των παραπάνω παθήσεων εμπίπτουν σε εκείνα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπευτική τους αντιμετώπιση. Είναι επομένως αυτονόητο ότι ο σχεδιασμός και η εφαρμογή μέτρων δευτερογενούς πρόληψης για καθεμιά από τις παραπάνω παθήσεις καθορίζονται από το θεράποντα γιατρό ρευματολόγο με βάση τα συγκεκριμένα κλινικά δεδομένα, που εμφανίζει κάθε ασθενής.
Τι είναι η τριτογενής πρόληψη και πώς μπορεί να εφαρμοστεί σε ρευματικές παθήσεις;
Η τριτογενής πρόληψη περιλαμβάνει μέτρα που εφαρμόζονται σε οποιοδήποτε στάδιο μιας πάθησης, η οποία για οποιοδήποτε λόγο δεν διαγνώστηκε σε πρώιμο στάδιο. Στους κύριους στόχους της τριτογενούς πρόληψης εντάσσονται: πρώτον, η καταστολή των παθογενετικών μηχανισμών της πάθησης και, δεύτερον, η αναστολή της περαιτέρω εξέλιξης της πάθησης και η πρόληψη των αρθρικών παραμορφώσεων, των λειτουργικών διαταραχών και των αναπηρικών συνεπειών της πάθησης. Είναι προφανές ότι η σημασία της τριτογενούς πρόληψης υπολείπεται εκείνης της πρωτογενούς και δευτερογενούς πρόληψης, στην εφαρμογή των οποίων κατατείνουν οι σύγχρονες αντιλήψεις.
Για τις περισσότερες ρευματικές παθήσεις, η διάγνωση των οποίων γίνεται σε στάδιο μεταγενέστερο από το πρώιμο, μπορεί να εφαρμοστούν μέτρα τριτογενούς πρόληψης. Τα μέτρα αυτά συμπίπτουν με εκείνα που χρησιμοποιούνται για τη θεραπευτική αντιμετώπιση των επιμέρους ρευματικών παθήσεων, όπως αυτή σχεδιάζεται και εφαρμόζεται από το θεράποντα γιατρό ρευματολόγο με βάση τα κλινικά και άλλα δεδομένα κάθε ασθενούς.
Πηγή : www.elire.gr
Be the first to comment on "12 Οκτωβρίου Παγκόσμια ημέρα αρθρίτιδας"