Η βιταμίνη D κατά πάσα πιθανότητα θα αποτελέσει το πιο πολυσυζητημένο θρεπτικό συστατικό της δεκαετίας.
Παρότι ακόμα δεν έχουν καθοριστεί τα ιδανικά επίπεδά της στο αίμα και οι συνιστώμενες ημερήσιες δόσεις πρόσληψής της, γεγονός παραμένει πως τεράστιο ποσοστό του πληθυσμού- από τα ροδομάγουλα νεογέννητα έως τους εύθραυστους ηλικιωμένους και αναρίθμητους στο ενδιάμεσο- έχει ανεπάρκεια σε αυτήν.
Αν τα ευρήματα των μελετών επιβεβαιωθούν, οι πιθανές συνέπειες αυτής της ανεπάρκειας θα είναι πολύ σοβαρότερες από την ανάπτυξη αδύναμων οστών και τη μεγάλη απώλεια οστικής μάζας, εξαιτίας της οποίας προκαλούνται πτώσεις και κατάγματα.
Κάθε όργανο και ιστός του σώματος, συμπεριλαμβανομένων του εγκεφάλου, της καρδιάς, των μυών και του ανοσοποιητικού συστήματος, διαθέτει υποδοχείς βιταμίνης D, γεγονός που υποδηλώνει ότι τη χρειάζονται για να λειτουργούν.
Τι δείχνουν οι μελέτες
Οι μελέτες δείχνουν πως η ανεπάρκεια βιταμίνης D αυξάνει τον κίνδυνο να εκδηλωθούν καρκίνος του παχέος εντέρου, του μαστού και του προστάτη, υπέρταση και καρδιαγγειακές νόσοι, οστεοαρθρίτιδα και διαταραχές του ανοσοποιητικού, που μπορεί να προκαλέσουν λοιμώξεις και αυτοάνοσα νοσήματα, όπως η σκλήρυνση κατά πλάκας, ο διαβήτης τύπου 1 και η ρευματοειδής αρθρίτιδα.
Οι περισσότεροι σύγχρονοι άνθρωποι ακολουθούν έναν τρόπο ζωής που τους εμποδίζει να τροφοδοτήσουν τον οργανισμό τους με όση βιταμίνη D χρειάζεται, κύρια πηγή της οποίας είναι η υπεριώδης ακτινοβολία Β του ήλιου (UVΒ).
«Δεν εκτιθέμεθα στον ήλιο όσο θα έπρεπε και οι διατροφικές πηγές της βιταμίνης D είναι ελάχιστες», έγραψε προ εβδομάδων στην επιθεώρηση «Αrchives of Ιnternal Μedicine» ο δρ Εντουαρντ Τζιοβανούτσι, ερευνη- τής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
Οπως εξήγησε, όταν το δέρμα εκτίθεται στον ήλιο παράγει προβιταμίνη D, η οποία μετατρέπεται απευθείας σε βιταμίνη D κατά 10%-15% (στη μορφή που υπάρχει στα διατροφικά συμπληρώματα). Τα επίπεδα της βιταμίνης D μετριούνται στο αίμα ως 25-υδροξυβιταμίνη D.
Σε μελέτη διαπιστώθηκε ότι η μέγιστη οστική πυκνότητα επιτυγχάνεται με επίπεδα της βιταμίνης αυτής από 40 νανογραμμάρια ανά χιλιοστό του λίτρου και πάνω. Σήμερα, ελάχιστοι άνθρωποι φτάνουν σε τόσο υψηλά επίπεδα.
Συχνή ανεπάρκεια
Παρότι τα περισσότερα τρόφιμα είναι εμπλουτισμένα με βιταμίνη D, οι ειδικοί λένε πως σπανίως είναι εφικτό να προσλάβει κάποιος τις απαιτούμενες ποσότητες μέσω του φαγητού. Οι κύριες διατροφικές πηγές της είναι τα άγρια λιπαρά ψάρια (σολομός, σαρδέλα, μουρούνα και τόνος), το εμπλουτισμένο γάλα, τα δημητριακά και ο χυμός πορτοκαλιού.
Οι κάτοικοι της Δύσης παράγουν βιταμίνη D κυρίως το καλοκαίρι, οπότε φορούν λίγα ρούχα και εκτίθενται πιο συστηματικά στον ήλιο. Ωστόσο, όσο λιγότερο εκτίθεται κάποιος στον ήλιο, όσο πιο σκούρο είναι το δέρμα του και όσο περισσότερο αντηλιακό χρησιμοποιεί τόσο λιγότερη προβιταμίνη D παράγει το δέρμα του. Οσοι αποφεύγουν πάση θυσία την ηλιακή ακτινοβολία, τα βρέφη και όσοι ζουν σε γηροκομεία ή ιδρύματα από τα οποία σπανίως βγαίνουν, κινδυνεύουν να παρουσιάσουν σοβαρή ανεπάρκεια της βιταμίνης.
Ο δρ Μάικλ Χόλικ, κορυφαίος ειδικός στη βιταμίνη D από το Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και συγγραφέας του βιβλίου «Τhe vitamin D solution» (Εκδ. Ρenguin Ρress) που μόλις κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ, είπε σε πρόσφατη συνέντευξη ότι όλοι μας πρέπει να έχουμε επίπεδα βιταμίνης D από 30 νανογραμμάρια και πάνω. Ο μέσος Καυκάσιος έχει μόλις 18-22 νανογραμμάρια, ενώ όσοι έχουν αφρικανική καταγωγή αλλά ζουν στη Δύση έχουν μόλις 13-15.
Ο δρ Χόλικ πιστεύει πως αυτά, τα τόσο χαμηλά επίπεδα ευθύνονται για το υψηλό ποσοστό χρόνιων νοσημάτων που παρατηρείται στη Δύση. «Στη Φινλανδία όταν άρχισαν να χορηγούνται στα νεογέννητα 2.000 διεθνείς μονάδες (ΙU) βιταμίνης D την ημέρα, η συχνότητα του διαβήτη τύπου 1 μειώθηκε κατά 88%», λέει.
Στις βορειοανατολικές Πολιτείες των ΗΠΑ όπου η ηλιοφάνεια είναι λιγοστή- άρα και χαμηλά τα επίπεδα βιταμίνης D καταγράφονται πολύ περισσότερα κρούσματα καρκίνου από όσα στις ηλιόλουστες νότιες Πολιτείες.
Οι συστάσεις
Οι υγειονομικές αρχές στις ΗΠΑ συνιστούν να χορηγούνται σε όλους από τη γέννησή τους έως τα 50 χρόνια 200 ΙU βιταμίνης D την ημέρα, από τα 50 έως τα 70 χρόνια 400 ΙU ημερησίως και μετά τα 70 έτη 600 ΙU την ημέρα. Οι ποσότητες αυτές σύντομα θα αυξηθούν, αλλά και πάλι θα παραμείνουν αρκετά χαμηλές.
Ο δρ Χόλικ και άλλοι ειδικοί συνιστούν καθημερινή λήψη ενός συμπληρώματος των 1.000 έως 2.000 ΙU για όλους όσοι δεν εκτίθενται στον ήλιο, για τις εγκύους και τις μητέρες που θηλάζουν τα μωρά τους και για όσους έχουν περάσει την ηλικία των 50. Από την πλευρά της, η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής συνιστά να χορηγείται καθημερινά στα νεογέννητα ένα συμπλήρωμα των 400 ΙU, μέχρις ότου φτάσουν στο σημείο να πίνουν καθημερινά περισσότερο από ένα τέταρτο του λίτρου εμπλουτισμένο γάλα ή φόρμουλα.
Ολοι οι άλλοι πρέπει να βγαίνουμε το καλοκαίρι στον ήλιο. Πώς; Ο δρ Χόλικ συνιστά να βγαίνουμε 2-3 φορές την εβδομάδα για 5-10 λεπτά, από τις 10 το πρωί έως τις 3 το μεσημέρι, χωρίς να φοράμε αντιηλιακό ή/και πολλά ρούχα. Αντιηλιακό πρέπει να βάζουμε μόνο στο πρόσωπο (αυτό πρέπει πάντοτε να είναι προστατευμένο).
Γιατί χωρίς αντηλιακό; «Διότι ένα αντηλιακό με δείκτη προστασίας 30 απορροφά 95%-98% της UVΒ», απαντά.
Με αυτή την έκθεση στον ήλιο, και το δέρμα δεν βλάπτεται και ο οργανισμός παράγει όση βιταμίνη D του χρειάζεται για όλο τον χρόνο.
Αν και είναι πολύ δύσκολο να πάθει κάποιος τοξικότητα από την πολλή βιταμίνη D (θα χρειάζονταν… μεγαδόσεις συμπληρωμάτων των 10.000 ΙU την ημέρα επί έξι μήνες για να πάθει βλάβες το ήπαρ), ο δρ Τζιοβανούτσι και ο δρ Χόλικ συνιστούν να μην υπερβαίνουν οι ενήλικοι τις 1.000-2.000 ΙU την ημέρα. Ούτως ή άλλως, μεγαλύτερες από αυτές τις δόσεις δεν παρέχουν πρόσθετο όφελος.
Real.gr
Be the first to comment on "«Σκουριάζει» ο οργανισμός χωρίς τη βιταμίνη D"